Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

Αστέρια (Αμύνταιο)

Πηγή φωτογραφίας eperiskopio.blogspot.gr
Προσφορά Δημήτρης Μπαστάς, Καλοκαίρι 2010.

Προσφορά Δημήτρης Μπαστάς, Καλοκαίρι 2010.

Προσφορά Δημήτρης Μπαστάς, Καλοκαίρι 2010.
ΑΣΤΕΡΙΑ Χειμερινό. Έκλεισε τη δεκαετία 70.
Προσφορά Δημήτρης Μπαστάς, Καλοκαίρι 2010.

Αρθρο από eperiskopio

Οι κινηματογράφοι του Αμυνταίου…

Του Α.Θ.Ρ. 
(Από την έντυπη έκδοση του ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟΥ)

  Απέναντι απ’ τον Σταθμό του Τραίνου, στην αρχή της Μεγάλου Αλεξάνδρου, χάσκει μισογκρεμισμένο, ένα μεγάλο τετράγωνο ισόγειο κτήριο, με κεπέγκεια γύρο του, με ξύλινο πάτωμα και υπόγειο, με τις λάμπες του ηλεκτρικού να κρέμονται ανέπαφες, αλλά σκονισμένες, απ’ το ταβάνι του.
Σίγουρα κτισμένο στις αρχές του 20ου αιώνα, για αποθήκη εμπορευμάτων, γνώρισε δόξες, όταν ξεφορτώνονταν ατελείωτα εμπορεύματα, που προωθούνταν σ’ όλη τη Δυτική Μακεδονία.
Μεταπολεμικά, λειτούργησε σαν κινηματογράφος, ο πρώτος της πόλης μας, των «Κωνσταντινίδη – Χατζηϊωάννου», χωρίς άλλον τίτλο.
Με ψάθινες, ξύλινες καρέκλες που έτριζαν, με δυο ξυλόσομπες που έκαιγαν, πάνω απ’ ένα ξύλινο πάτωμα, κι ένα κιτρινισμένο πανί οθόνης, απ’ τα ατέλειωτα τσιγάρα των θεριακλήδων θεατών και της σκόνης, που βασίλευε στον αέρα της αίθουσας, μέσα εκεί, παίχτηκε το ΤΟΠ της κοσμικότητας, του θεάματος, του ονείρου, που οδηγούσε η μαγεία της εικόνας, ανθρώπους που βγαίναν απ’ τη κόλαση, μιας δεκαετούς πολεμικής περιπέτειας.
Πάνω στη κιτρινισμένη οθόνη, ζωντάνευε το μυθικό Αμερικάνικο όνειρο, με μπριγιαντισμένα καλοχτενισμένα μαλλιά κι αστραφτερά δόντια γόηδων και καλλονές της εποχής, μοιραίες, ή καλόβολες κι αγαθές Αμερικάνες, να γίνονται πρόσωπα οικεία, αγαπητά, χορτάτα και καλοζωισμένα, τελείως άλλα απ’ αυτά της μίζερης, τρομαγμένης και στερημένης τους ζωής 
Στο στρατοκρατούμενο τοτινό Αμύνταιο, η επιλογή ταινίας, που συνήθως είχε μια ηλιακή κατανομή, γίνονταν Δευτέρα – Πέμπτη. Τη Δευτέρα, παίζονταν καουμπόικα, πολεμικά, γκαγκστερικά, για τη νεολαία της περιοχής και τη Πέμπτη έμπαινε το αίσθημα, το κοινωνικό, το οικογενειακό μοτίβο, για τους νοικοκυραίους της εποχής, που κουστουμαρισμένοι και αγκαζέ με τις κυρίες τους, με τα κλαρωτά της εποχής, θα πιαναν θέση, συνήθως το βράδυ της Κυριακής.
Πεντακάθαροι, καλοχτενισμένοι κι ομορφόπαιδα καουμπόηδες, ξεπάστρευαν, μιλιούνια, τους αγριο-μισερούς ινδιάνους, που, οι αθεόφοβοι, αντιστέκονταν λυσσαλέα, στους λευκούς πολιτισμένους, Χριστιανούς, ομορφάνθρωπους, που θέλαν να τους πάρουν τη γη, τα βουβάλια, τις γυναίκες, τα άλογα, τον αέρα, τη ζωή τους…
Στο τέλος πάντα, προς άφατη χαρά όλων μας, δεν έμενε ρουθούνι, από κοκκινομούρη ινδιάνο!
Τους καθ’ αυτού Αμερικάνους, τους λέγανε ινδιάνους και τα ρεμάλια της Ευρώπης, τους χρυσοθήρες, τους λέγανε Αμερικάνους! Τέτοια τρέλα!
Ο κινηματογράφος των Αμερικανο-Εβραίων, υπήρξε το πιο δυνατό όπλο, όμορφης προπαγάνδας της Αποικιοκρατίας, στην κατάκτηση – καθυπόταξη, της Αμερικής, Αφρικής, Ασίας, Αυστραλίας, απ’ τους Αγγλοσάξονες και Ισπανο-Πορτογάλους κυρίαρχους.
Νομίζω, ότι είναι δικαιολογημένο το διαχρονικό παράπονο των Γερμανών, που εκμεταλλεύτηκε κατάφορα ο Χίτλερ, ότι δηλαδή, οι Γερμανοί σε σχέση με τους Αγγλοσάξονες, δεν πήραν σχεδόν κανένα κομμάτι γης του πλανήτη, σαν αποικιοκράτες, να το εκμεταλλευτούν, να το ξεζουμίσουν και να προσπορίσουν αμύθητα πλούτη…
Μόνο η τηλεόραση στις μέρες μας, έχει τη δύναμη, να «φτιάχνει» συνειδήσεις και «αλήθειες», κατά το πώς βολεύει τα αφεντικά της, δύναμη που είχε, τα χρόνια εκείνα, κατ’ αποκλειστικότητα ο κινηματογράφος.
Το Κυριακόβραδο, το ΤΟΠ της κοσμικής διασκέδασης, τα χρόνια εκείνα, ήταν το Σινεμά.
Το Σαββατόβραδό μας, ήταν αφιερωμένο στο βδομαδιάτικο μας πλύσιμο, για όσους πλένονταν, γιατί υπήρχαν πάμπολοι, που η σχέση τους με το νερό, ήταν σαν τη σχέση γάτας – νερό.
Απ’ όσο θυμάμαι τον ευατό μου, τον βλέπω, χέρι – χέρι με την μάνα μου, να βαδίζουμε την Μεγάλου Αλεξάνδρου, προς τον Σταθμό, για το Σινεμά… Πιθανόν, να μην χάσαμε Κυριακάτικη ταινία.
Άλλωστε τότε, σπανιότατα υπήρχε ακατάλληλη ταινία, ιδίως την Κυριακή, που έπαιζε κοινωνικά, αισθηματικά.
Η μηχανή βούηζε διαχρονικά, οι μύγες μιλιούνια μας τάραζαν τη προσοχή, η οθόνη ήταν κίτρινη, απ’ τη σκόνη και τα τσιγάρα, που έκαιγαν ασταμάτητα απ’ τους θεριακλήδες «σινεφιλ», που τα έσβηναν, πετώντας τα στο ξύλινο πάτωμα! Η εικόνα θολή, απ’ τις πολυπαιγμένες ταινίες, που κάθε τόσο «κόβονταν», άναβαν τα φώτα, κι αντηχούσε η ιαχή …»χασάπη γράμματα»…
Στο διάλλειμα, σπόρια, φιστίκια, λεμονάδες, τα στιπς και τα σημερινά ποπ-κορν, είναι Αμερικάνικα, καινούργια φρούτα. Στις πόλεις, υπήρχαν νοστιμότατες καριόκες και γρανίτες, μόνο, που δεν είχαμε τα «φράγκα» γι’ αυτά.
Δυο με τρεις μέρες τη βδομάδα, σε κινηματογράφους σχεδόν πάντα, που είχαν δυο έργα, πηγαίναμε με τη παρέα στη πόλη, σαν φοιτητές! 10 – 12 δραχμές ο εξώστης.
Η μάνα μου, προνοητική, πάντα είχε μαζί της, ψωμοτύρι ή κανα κεφτέ, όταν υπήρχε, να μασουλάω, όταν άρχιζα να γκρινιάζω, αφού δεν μ’ ενθουσίαζαν οι ακαταλαβίστικες, ξένες ταινίες, χωρίς ινδιάνους και καουμπόηδες!
Εγώ, εντυπωσιαζόμουνα και χάζευα, τη ταινία «προσεχώς», που θα έβαζε τη Δευτέρα και που μας πρόβαλε σκηνές γεμάτες δράση, πιστολίδι, άλογα και περιπέτεια, που ποτέ μου, σχεδόν, μικρός δεν χάρηκα.
Γύρο στα ’60, έγινε ο θερινός – μοντέρνος κινηματογράφος, «Μπορόβα», κι αυτός στη Μεγάλου Αλεξάνδρου, απέναντι απ’ τον Σταθμό. Μόνο που τα τοτινά καλοκαίρια, ήταν γεμάτα βροχές και κρύα, πράγμα φρικτό για θερινό σινεμά, που δεν πρόκοψε στο Αμύνταιο.
Στη Σαλονίκη, πάντα ζήλευα τα διαμερίσματα, που το μπαλκόνι τους έβλεπε την οθόνη, πάμπολων θερινών τότε σινεμά… είχαν δωρεάν μόνιμο θέμα!
Όπως και τα διαμερίσματα, της «αριστοκρατικής» τότε, Αγγελάκη, που βλέπανε κάθε βράδυ, για τρεις βδομάδες, τη μαγική «Έκθεση» της Σαλονίκης.
Μηχανικοί και στο παλιό και στο καινούργιο σινεμά του «Μπουρόβα», ήταν οι αδελφοί Προδρόμου, ο Παντελής κι ο Σταυράκης.
Τότε κοντά, κτίστηκαν δυο καινούργια σινεμά, με «νέον» επιγραφές μοντέρνες, το εντυπωσιακό «ΟΛΥΜΠΙΟΝ» του Φιλίππου και τα «ΑΣΤΕΡΙΑ» των Βερυκούκη Τουρούτογλου. Μεγάλο γεγονός για τη πόλη.
Εντυπωσιακότερο το «ΟΛΥΜΠΙΟΝ», με πιο δυνατά έργα τα’ «ΑΣΤΕΡΙΑ».
Μόνιμα στο πρόγραμμα μας, ήταν ο τρόπος που θα μπούμε στο σινεμά, δεκαπεντάρηδες – δεκαεπτάρηδες. Η διαρκής «αφραγκία», μας ωθούσε σε επινοητικά παιδικά κόλπα.
Κύριε Βασίλη (μακαρίτης τώρα Τουρούτογλου), ήμουν χθες, αλλά δεν είδα όλο το έργο
Άντε μπες… χαμογελαστά, ο καλόκαρδος Βασίλης, ή ο μοντέρνος τότε, Νούλης.
Κύριε Βαγγέλη (μακαρίτης Φιλίππου), να μπω, να πω κάτι στον φίλο μου τον Γιώργο που είναι μέσα και θα βγω αμέσως… (μετά δυο ώρες δηλαδή).
Κύριε Βαγγέλη, έχω μόνο δυο δραχμές! …Άντε μπες και θα μου φέρεις αύριο άλλες δύο! Καλά, περίμενε… Σε λίγο, το ίδιο μοτίβο. 
Εμείς βέβαια, είχαμε στην είσοδο τον εφοριακό φίλο μας Θωμά, που πάντα μας βόλευε τζάμπα.
Τότε η Εφορία, μετρούσε ακόμα και τα εισιτήρια. Τώρα έχασε και «τα’ αυγά και τα καλάθια». Και δεν έρχονται, ούτε οι Γερμανοί Εφοριακοί που μας επέβαλε η Τρόικα. Σκέτο Αφγανιστάν…
 Εκτός απ’ την Εφορία, που δούλευε υπερωρίες, κι οι καθηγητές μας –ιδίως ορισμένοι- το παίζαν «παιδονόμοι» και κάναν «ντου» στο σινεμά.
Και τότε ξαφνικά, μεσ’ το σκοτάδι, γινόταν χαμός στα ποδοβολητά, το τρέξιμο, το πέσιμο, κι όποιος προλάβαινε έβγαινε, απ’ τη πίσω πόρτα σαν σαλταδόρος διαρρήκτης.
Και την επομένη, ακούγονταν η «λυπητερή»… τρεις, πέντε, επτά μέρες αποβολή …διότι εθεάθη εις κινηματογράφο… Κι η διαγωγή «κοσμία». Αλήθεια, υπάρχει τώρα «διαγωγή»;;
Η τηλεόραση έφερε το θάνατο από «ασιτία» του σινεμά, που έγραψε χιλιάδες ωραίες σελίδες στη ζωή όλων μας.
Λίγο πριν ξεψυχήσει, η «τσόντα», που τότε ανακαλύφτηκε, έδωσε μια λιγοστή ζωή, κι άφθονο παρασκήνιο, στη σκοτεινή αίθουσα των σινεμά, όπου άκουγες εύστοχα επιφωνήματα, …αχ – βαχ – ωρε μάνα μου – πω, πω, πω! Και βαθύς αναστεναγμούς, από μερακλήδες του είδους, που αφθονούν στον σοβαροφανή κόσμο μας.
Το «ΟΛΥΜΠΙΟΝ» είναι Super market εδώ και χρόνια και τα «ΑΣΤΕΡΙΑ», αποθήκη, του «Μπορόβα», πολυκατοικία και του «Χατζηϊωάννου», καταρρέον κτήριο…
Τα σινεμά, που σημάδεψαν δυο γεννιές ανθρώπων και φώτισαν τη μίζερη, δύσκολη, κι ολίγον τριτοκοσμική τοτινή ζωή μας, κλείσαν –τουλάχιστον στην επαρχία- τον κύκλο της ζωής τους, ανεπιστρεπτί. Κι αφήνουν πίσω τους, μόνο όμορφες αναμνήσεις, μια άλλης, περασμένης εποχής…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

CINEMAHELLAS

CINEMAHELLAS
Ακρόπολη